8 Μαρτίου 2018

Στα 5,5 δισ. εκτιμώνται οι πρόσθετες προβλέψεις για τις τράπεζες στη χρήση 2017

Η καθιέρωση του IFRS 9 από την 1η Ιανουαρίου 2018, που αντικαθιστά το λογιστικό πρότυπο IFRS 39, υποχρεώνει τις τράπεζες (και τις επιχειρήσεις) να σχηματίζουν προβλέψεις απομείωσης πιστωτικού κινδύνου, όχι με βάση τις ζημίες που έχουν πραγματοποιηθεί, αλλά με βάση αυτές που δυνητικά αναμένονται. Οι τράπεζες όμως θα έχουν τη δυνατότητα σταδιακής απόσβεσης της επιβάρυνσης αυτής σε βάθος 5ετίας.

Την ερχόμενη εβδομάδα ξεκινάει η δημοσίευση των αποτελεσμάτων των συστημικών τραπεζών, με πρώτη την Eurobank, για τη χρήση του 2017. Τα αποτελέσματα αυτά έχουν ειδικό ενδιαφέρον, καθώς θα ενσωματώνουν τις πρόσθετες προβλέψεις που θα πραγματοποιηθούν στο πλαίσιο της υιοθέτησης του νέου λογιστικού προτύπου IFRS 9.

Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, η εικόνα θα είναι θετική σε όλα τα μέτωπα, με αύξηση καταθέσεων, μείωση της εξάρτησης από τον έκτακτο μηχανισμό ρευστότητας (ELA) και περαιτέρω ενδυνάμωση κεφαλαιακής βάσης. Ακόμα πιο θετική είναι η εικόνα στον τομέα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς οι τράπεζες πέτυχαν τη μεγαλύτερη μείωση «κόκκινων» δανείων από το ξέσπασμα της κρίσης, ξεπερνώντας αισθητά τους στόχους που είχαν τεθεί από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM).

Εκτιμήσεις για τις πρόσθετες προβλέψεις των τραπεζών στο πλαίσιο του IFRS 9 

Οι πρόσθετες προβλέψεις, στο πλαίσιο της υιοθέτησης του νέου λογιστικού προτύπου (IFRS 9), σύμφωνα με στελέχη τραπεζών, θα ανέλθουν σε 5,5 δισ. ευρώ, οπως αναφέρει η Καθημερινή σε χθεσινό της δημοσίευμα. Ωστόσο, το ποσό αυτό θα επιβαρύνει κατευθείαν τα κεφάλαια και δεν θα επηρεάσει τα αποτελέσματα. Επιπροσθέτως, η επιβάρυνση αυτή δεν θα ληφθεί υπόψη στο stress test, καθώς οι εποπτικές αρχές έχουν δώσει στις τράπεζες τη δυνατότητα να αποσβέσουν σε βάθος 5ετίας τη ζημιά, με το 30% τις επίπτωσης να αναγνωρίζεται τα πρώτα τρία χρόνια και το υπόλοιπο 70% θα βαρύνει τα εποπτικά κεφάλαια την τελευταία διετία. 

Σημειώνεται ότι με το IFRS 9 αλλάζει ο ορισμός της αθέτησης, δηλαδή του πότε ένα δάνειο χαρακτηρίζεται μη εξυπηρετούμενο, και γίνεται πιο αυστηρός και συγκεκριμένος, περιορίζοντας δραστικά τα περιθώρια διασταλτικής ερμηνείας από τις επιμέρους τράπεζες. Με τους νέους κανόνες όλα τα μη εξυπηρετούμενα πιστωτικά ανοίγματα (NPEs) θα θεωρούνται μη εξυπηρετούμενα δάνεια, επιβάλλοντας την πλήρη κάλυψή τους με προβλέψεις. Επιπλέον προβλέψεις θα πρέπει να πραγματοποιήσουν οι τράπεζες –επίσης στο πλαίσιο του IFRS9– και για δάνεια όπου έχουν πραγματοποιηθεί ρυθμίσεις, καλύπτοντας όλη τη διάρκεια του δανείου. 

Καραμούζης: Στα 5-5,5 δισ. ευρώ οι πρόσθετες προβλέψεις. Μιλώντας την 1η Μαρτίου 2018 στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και πρόεδρος του ΔΣ της Eurobank, Νίκος Καραμούζης ανέφερε ότι «η εφαρμογή του IFRS 9 αναμένεται να έχει αντίκτυπο ύψους 5-5,5 δισ. ευρώ, το οποίο θα διαχυθεί σε διάστημα 5ετίας, "οπισθοβαρώς"».

Fitch: Ευάλωτες οι ελληνικές τράπεζες. "Η καθιέρωση των IFRS 9 από την 1η Ιανουαρίου 2018 είναι πιθανό να έχει οδηγήσει σε μία εφάπαξ αύξηση των προβλέψεων των τραπεζών, αλλά η επίπτωση στα εποπτικά κεφάλαια θα είναι περιορισμένη, δεδομένης της μακράς μεταβατικής φάσης. Μόνο το 5% της επίπτωσης θα ληφθεί υπ' όψιν το 2018, ποσοστό που θα αυξηθεί σταδιακά στο 15% το 2019 και στο 30% το 2020" ανέφερε στις 23 Ιανουαρίου 2018 ο οίκος αξιολόγησης Fitch.

Morgan Stanley: Προβλέψεις 7,6 δισ. θα κληθούν να σχηματίσουν οι τράπεζες Στις 16 Νοεμβρίου 2017 η Morgan Stanley εκτιμούσε ότι οι τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες, με την εφαρμογή του νέου λογιστικού προτύπου IFRS 9, θα κληθούν να σχηματίσουν επιπλέον προβλέψεις για επισφάλειες, συνολικού ποσού 7,6 δισ. ευρώ (ποσό που είναι σημαντικά μεγαλύτερο από εκείνα που αναφέρονται πιο πάνω). Οι τράπεζες όμως θα έχουν τη δυνατότητα σταδιακής απόσβεσης της επιβάρυνσης σε βάθος 5ετίας, όπως ανέφερε. 

Ειδικότερα η Morgan Stanley στε σχετική έκθεσή της εκτιμούσε ότι η Τράπεζα Πειραιώς θα έχει τη μεγαλύτερη επιβάρυνση, καθώς θα πρέπει να αυξήσει τις προβλέψεις της για επισφάλειες κατά 2,8 δισ. ευρώ. Ακολουθούσαν, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της, η Alpha Bank με πρόσθετες προβλέψεις 2,5 δισ. ευρώ, η Eurobank με 1,3 δισ. ευρώ και η Εθνική Τράπεζα με 1 δισ. ευρώ. Αναφορικά με την επίπτωση στους δείκτες βασικών ιδίων κεφαλαίων, ο διεθνής οίκος εκτιμούσε ότι θα υπάρξει επιδείνωση κατά 3,2% για την Αlpha Bank (στο 18,2%), κατά 2,15% για τη Eurobank (στο 14,6%), κατά 1,65% για την Εθνική (στο 17,4%) και κατά 3,5% για την Τράπεζα Πειραιώς (στο 17,1%). 

Συμειώνεται ότι, ένα και πλέον χρόνο πριν, η Ελληνική Ένωση Τραπεζών (ΕΕΤ) σε μελέτη της (δημοσιεύτηκε στις 3 Φεβρουαρίου 2017) για τις «14 μεγάλες προκλήσεις του ελληνικού τραπεζικού συστήματος τα επόμενα χρόνια» ανέφερε σχετικά: «Το IFRS 9, το οποίο θα τεθεί σε εφαρμογή από το 2018 και θα αντικαταστήσει το μοντέλο πραγματοποιηθεισών ζημιών (incurred loss model) με το μοντέλο αναμενόμενων ζημιών (expected loss model), θα οδηγήσει σε υψηλότερες προβλέψεις με τις όποιες αρνητικές επιπτώσεις που αυτό συνεπάγεται για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών».

afirimeno.com






yle="text-align: center;">

2 σχόλια:

  1. Ενημέρωση Εθνικής Τράπεζας: Η υιοθέτηση του ΔΠΧΑ 9 (IFRS 9) την 1η Ιανουαρίου 2018 εκτιμάται ότι θα έχει επίπτωση στην καθαρή θέση του Ομίλου κατά περίπου €1,45 δισ. όπως γνωστοποίησε την Δευτέρα (12/3/2018) η Εθνική Τράπεζα. Η επίπτωση αυτή οφείλεται στις αλλαγές των διατάξεων απομείωσης κατά περίπου €1,2 δισ. και στις νέες διατάξεις ταξινόμησης και επιμέτρησης κατά περίπου €0,25 δισ. Εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε αύξηση των σωρευμένων προβλέψεων απομείωσης δανείων και απαιτήσεων κατά πελατών του Ομίλου κατά περίπου 10,7%. Εκτιμάται επίσης ότι θα μειώσει την 1 Ιανουαρίου 2018, το Δείκτη Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (CET1) του Ομίλου κατά περίπου 50 μ.β. Χωρίς να ληφθούν υπόψη οι μεταβατικές διατάξεις η εκτιμώμενη αρνητική επίπτωση στο Δείκτη CET1 ανέρχεται σε 350 μ.β. Πηγή: capital.gr

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ενημέρωση Eurobank: Στο 1,1 δις. ευρώ προ φόρων εκτίμησε η Eurobank την επίπτωση σε πρόσθετες προβλέψεις από την εφαρμογή του νέου λογιστικού προτύπου IFRS 9, όπως ανέφερε την Δευτέρα (12/3/2018) ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας, Φωκίων Καραβίας, στην παρουσίαση των αποτελεσμάτων χρήσεως 2017. Αναφορικά με την επίπτωση των πρόσθετων προβλέψεων από το IFRS 9 στον δείκτη CET 1 της Τράπεζας, αναφέρθηκε ότι στην πρώτη χρονιά εφαρμογής η επίπτωση θα είναι της τάξεως των 16 μονάδων βάσης, στην τριετία αναφοράς των stress tests (2018 – 2020) 90 μ.β και σε full loaded βάση (μέχρι το 2023) 290 μονάδες βάσης. Συνυπολογιζομένων των πρόσθετων προβλέψεων του IFRS 9, το κόστος κινδύνου (cost of risk) της Τράπεζας εκτιμήθηκε περίπου στις 200 μονάδες βάσης. Πηγή: capital.gr

    ΑπάντησηΔιαγραφή