Συγκρατήστε αυτό το νούμερο: 200.000. Τόσα είναι πάνω κάτω τα αιγοπρόβατα που βόσκουν στα λιβάδια και στις βουνίσιες πλαγιές της Αττικής. Προσθέστε και μερικές χιλιάδες βοοειδή κυρίως στα νησιά του Αργοσαρωνικού και έχετε μια αρκετά σαφή εικόνα της κτηνοτροφίας στην Αττική. Κι αν νομίζετε ότι ο αριθμός αυτός είναι τεράστιος, σκεφτείτε ότι μέχρι πριν από περίπου 20 χρόνια ήταν σχεδόν τριπλάσιος! Με άλλα λόγια, η Αττική ήταν και παραμένει ένα τεράστιο βοσκοτόπι, και μάλιστα εξαίρετης ποιότητας. Εξάλλου, μην ξεχνάτε πως η Αττική είναι Ρούμελη και η Ρούμελη ήταν ανέκαθεν κατεξοχήν κτηνοτροφική περιοχή.
Σύμφωνα λοιπόν με πρόσφατα στοιχεία του ΕΛΓΟ-Δήμητρα, η Αττική φιλοξενεί περίπου 430 μονάδες με πρόβατα και περίπου 130 μονάδες με γίδια. Η παραγωγή σε πρόβειο γάλα ξεπερνά τα 7 εκατομμύρια κιλά τον χρόνο και σε κατσικίσιο το 1 εκατομμύριο κιλά, ποσότητες που διοχετεύονται σε μικρές και μεγάλες γαλακτοκομικές και τυροκομικές επιχειρήσεις εντός και εκτός Αττικής.
Με δεδομένο ότι στην πλειονότητά τους οι κτηνοτροφικές μονάδες της Αττικής είναι εκτατικής μορφής, θα πρέπει να μιλάμε για μεγάλες εκτάσεις που βρίσκονται κυριολεκτικά έξω από την πόρτα μας. Και ακριβώς έτσι είναι. Πού βρίσκονται, όμως, όλα αυτά τα βοσκοτόπια και οι κτηνοτροφικές μονάδες που συντηρούν αυτές τις 200 χιλιάδες αιγοπρόβατα; Πολλοί θα εκπλαγούν διαπιστώνοντας ότι ακόμη και στις παρυφές της πόλης υπάρχει περιαστική κτηνοτροφία.
Τις πληροφορίες τις δίνει η ταμίας του Κτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Αττικής «Άγιος Γεώργιος», Μάγδα Κοντογιάννη (φωτογραφία αριστερά): «Κοπάδια βόσκουν σε Λιόσια, Πετρούπολη, Αιγάλεω, Γλυφάδα, Βούλα. Εκτός Λεκανοπεδίου τώρα, τα πράγματα είναι ακόμη πιο εντυπωσιακά, αφού κοπάδια συναντάμε σε Αυλώνα, Μαραθώνα, Σταμάτα, Καπανδρίτι, Κρυονέρι, Αφίδνες, Μενίδι, Χασιά, Ασπρόπυργο, Ελευσίνα, Μέγαρα, Βίλια, Κριεκούκι, Άγιο Στέφανο, Μάνδρα, Δροσιά, Βαρυμπόμπη, Ανάβυσσο, Φώκαια, Λαγονήσι, Σούνιο, Λαύριο και σε ολόκληρα τα Μεσόγεια, όπου βρίσκονται και τα περισσότερα κοπάδια της Αττικής. Μιλάμε για ενεργές, επαγγελματικές, επίσημες και αδειοδοτημένες κτηνοτροφικές μονάδες, χωρίς να υπολογίζουμε και αρκετές μη αδειοδοτημένες. Πολλοί από τους κτηνοτρόφους που δραστηριοποιούνται σε αυτές τις περιοχές είναι Σαρακατσάνοι νομάδες και λίγοι Βλάχοι. Έρχονται στην Αττική για να ξεχειμωνιάσουν τα κοπάδια τους και κατά τα τέλη της άνοιξης επιστρέφουν στα ορεινά βοσκοτόπια σε Βαρδούσια, Άγραφα, Παρνασσό, Γκιώνα και Οίτη», λέει η κ. Κοντογιάννη. (...)
Εξάλλου, «η κτηνοτροφία δεν είναι επάγγελμα, είναι τρόπος ζωής» όπως λέει η κτηνοτρόφος Μάγδα Κοντογιάννη, που με τον αδελφό της Γιάννη έχουν το μαντρί τους με τα αιγοπρόβατα στο Μενίδι, στριμωγμένο ανάμεσα σε πολυκατοικίες και αλάνες, συνεχίζοντας τη σαρακατσάνικη παράδοση, με όλες τις δυσκολίες του επαγγέλματος και κυρίως την ασφυκτική πίεση της αστικοποίησης (...) Σήμερα που απαγορεύεται η βόσκηση στον δρυμό της Πάρνηθας, το αντάμωμα των Σαρακατσάνων στο Λοιμικό την ημέρα της γιορτής της Αναλήψεως –που είναι και η μεγαλύτερη γιορτή των κτηνοτρόφων– εξακολουθεί ως έθιμο για να θυμίζει τις παλιές εποχές. «Μπορεί να μην ανεβαίνουμε πια στην Πάρνηθα για βόσκηση, αλλά διατηρούμε τον πολιτισμό και τα έθιμά μας και, βέβαια, εξακολουθούμε να παράγουμε το εξαιρετικό αυτό προϊόν της Αττικής, το γάλα μας» προσθέτει η κ Κοντογιάννη. (...)
Κάποια από τα τυροκομεία της Αττικής
Ανάμεσα στην Κερατέα και την Ανάβυσσο, στην περιοχή Τογάνι, είναι το τυροκομείο «Το μαντρί», που παράγει μια καταπληκτική φέτα. Είναι μια μικρή οικογενειακή μονάδα την οποία τώρα έχει αναλάβει η τρίτη γενιά, ο Βαγγέλης Μαργώνης. Η φέτα του, μία σκληρή, διατηρημένη σε άλμη, και μία μαλακή, που φυλάσσεται μέσα σε γάλα, μοσχοβολά βοτάνια και χαμομήλια. Το δε πρόβειο γιαούρτι του θεωρείται από τα καλύτερα, με φανατικούς θαυμαστές εδώ και πολλές δεκαετίες... Κάπου 300 πρόβατα είναι όλα κι όλα το κοπάδι του και βόσκει στις λοφοπλαγιές της περιοχής. (...) Στη φωτογραφία ο κτηνοτρόφος Γιώργος Μαργώνης στο καθημερινό άρμεγμα έξω από το μαντρί του στο Τογάνι Κερατέας.
Στην άλλη άκρη της Αττικής, στα Βίλια, στους πρόποδες του Κιθαιρώνα, έχουν στο τυροκομείο τους οι αδελφοί Προκόπης και Θανάσης Πλούμπη, δεύτερη γενιά τυροκόμοι. Επέλεξαν να συνεχίσουν την πατρική τέχνη και τελικά πήγαν το οικογενειακό τυροκομείο πολλά βήματα μπροστά, με μια θαυμαστή γκάμα έξοχων τυριών και δύο ιδιόκτητα σημεία διάθεσης των προϊόντων τους, ένα στα Βίλια και ένα στην Οινόη. Τα προϊόντα τους, ιδιαίτερα η βαρελίσια φέτα τους, είναι μία από τις καλύτερες... «Είναι το ορεινό γάλα που δίνει στα τυριά μας αυτή τη νοστιμιά», εξηγεί ο Θανάσης Πλούμπης. Ο Προκόπης Πλούμπης συμφωνεί, ωστόσο, πως τόσο η κτηνοτροφία όσο και η τυροκομία είναι δουλειές δύσκολες, ιδιαίτερα απαιτητικές. «Όταν ξεκίνησα, πριν από 30 χρόνια, στην Ελλάδα λειτουργούσαν 2.300 τυροκομεία και τώρα έμειναν κάτω από 300», λέει χαρακτηριστικά. «Όσο δύσκολη είναι η θέση σήμερα των κτηνοτρόφων, άλλο τόσο και ακόμη περισσότερο είναι αυτή των τυροκόμων». Τα αττικά τυροκομεία πλέον μετρώνται στα δάχτυλα του ενός χεριού: Κωσταρέλος, Παγώνης, Πλούμπης, Μαργώνης, Γκαϊδατζής. «Αυτή τη στιγμή βλέπετε τις τελευταίες γενιές τυροκόμων», λέει φανερά πικραμένος αλλά και αγανακτισμένος ο κ. Πλούμπης. (...)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου