10 Οκτωβρίου 2019

Το Νόμπελ Λογοτεχνίας στους Όλγκα Τοκάρτσουκ για το 2018 και Πέτερ Χάντκε για το 2019

Ο Αυστριακός Πέτερ Χάντκε τιμήθηκε σήμερα με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας 2019, ενώ εκείνο του 2018, που δεν είχε δοθεί πέρυσι, δόθηκε στην Πολωνή συγγραφέα Όλγκα Τοκάρτσουκ, όπως ανακοινώθηκε από τη Σουηδική Ακαδημία στη Στοκχόλμη.

The Nobel Prize @NobelPrize
BREAKING NEWS: The Nobel Prize in Literature for 2018 is awarded to the Polish author Olga Tokarczuk.

The Nobel Prize in Literature for 2019 is awarded to the Austrian author Peter Handke. #NobelPrize

Φέτος δόθηκαν δύο Νόμπελ Λογοτεχνίας καθώς η απονομή του περυσινού βραβείου ακυρώθηκε έπειτα από ένα σκάνδαλο που είχε ως αποτέλεσμα την καταδίκη του συζύγου ενός μέλους της Ακαδημίας για βιασμό. 


Ο Χάντκε, 76 ετών, κέρδισε το Νόμπελ Λογοτεχνίας 2019 για «μια επιδραστική εργασία η οποία με γλωσσική επινοητικότητα διερεύνησε την περίμετρο και την ιδιαιτερότητα της ανθρώπινης εμπειρίας», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η Ακαδημία.

Ο Χάντκε καθιερώθηκε ως ένας από τους πιο επιδραστικούς συγγραφείς στην Ευρώπη μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ανέφερε η Ακαδημία, με ένα έργο που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων μυθιστορήματα, δοκίμια και θεατρικά έργα. Είναι επίσης γνωστός ως συν-σεναριογράφος της πολυβραβευμένης από τους κριτικούς ταινίας «Τα φτερά του έρωτα» (1987) του Βιμ Βέντερς. 

Διαβάστε στη συνέχεια το άρθρο του Σπύρου Μοσκόβου στη Deutsche Welle είδικά για τον φετινό νικητή του Νόμπελ Λογοτεχνίας, Πέτερ Χάντκε.

Το Νόμπελ Λογοτεχνίας για το 2018 κέρδισε η Τοκάρτσουκ για μια «αφηγηματική φαντασία η οποία με βαθύ πάθος συμβολίζει την υπέρβαση των ορίων ως μορφή ζωής».

Η Τοκάρτσουκ, 57 ετών, σπούδασε ψυχολογία και εργάστηκε ως ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια προτού εκδώσει το πρώτο της μυθιστόρημα το 1993. Από τότε έχει γράψει μια σειρά από στέρεα και ποικίλα έργα και το μυθιστόρημά της «Flights» τής χάρισε πέρυσι το βραβείο Man Booker International Prize. Ήταν η πρώτη συγγραφέας από την Πολωνία που κέρδισε το βραβείο αυτό.

Προκάλεσε αντιπαράθεση στην Πολωνία αγγίζοντας τις σκοτεινές πλευρές του παρελθόντος της χώρας που είναι αντίθετες με την εκδοχή της ιστορίας την οποία προωθεί το κυβερνών στην Πολωνία εθνικιστικό κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS).

Πηγές: 
kathimerini.gr, ΑΠΕ-ΜΠΕ, twitter.com 

DW: Το Νομπέλ Λογοτεχνίας στον Πέτερ Χάντκε

Το φετινό βραβείο στον Πέτερ Χάντκε, έναν από τους κλασσικούς της μοντέρνας λογοτεχνίας. Διαβάστηκε όσο λίγοι συγγραφείς αλλά και μισήθηκε για τις απόψεις του σχετικά με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. 

Χαλκέντερος συγγραφέας, εμπαθής σχολιαστής των ηχηρών παφλασμών της επικαιρότητας, ανένδοτος λάτρης των πιο ταπεινών δειγμάτων της απλής πραγματικότητας, πιστός στο λευκό κρασί τελευταίας σοδιάς και συστηματικός εκμαυλιστής ωραίων ηθοποιών, ο Πέτερ Χάντκε παραμένει μέχρι σήμερα σε όλες του τις εκφάνσεις ένας οργισμένος νέος. Από το 1966, όταν μόλις εικοσιτετράχρονος τολμούσε να πει καταπρόσωπο στους καλύτερους συγγραφείς της μεταπολεμικής Γερμανίας που είχαν συγκεντρωθεί στο Πρίνστον ότι είναι «ανίκανοι να περιγράψουν τον κόσμο», ως το 2006, όταν παρευρίσκεται στην κηδεία του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, τον οποίο βλέπει σαν μια τραγική φιγούρα μέσα στη διάλυση της παλιάς Γιουγκοσλαβίας.

Όπως τόσο συχνά θα πρέπει να αναζητήσει κανείς την καταγωγή της οργής στα παιδικά χρόνια, τα οποία ο Χάντκε πέρασε σε φτωχικές συνθήκες στη γενέτειρά του, το Γκρίφεν της Καρεντίας, στην Αυστρία. Η μητέρα του είναι πλύστρα, ο άνδρας της πίνει και τη δέρνει. Μόλις λίγο πριν πάρει το απολυτήριο γυμνασίου ο Χάντκε μαθαίνει την αλήθεια: ο μέθυσος είναι απλά πατριός του, ο ίδιος είναι νόθο παιδί ενός Γερμανού στρατιώτη. Το 1961 αρχίζει νομικές σπουδές στο Γκρατς, τις οποίες εγκαταλείπει όταν ο οίκος Ζούρκαμπ δέχεται το χειρόγραφο του πρώτου έργου του, που εκδίδεται το 1965 με τίτλο «Σφήκες». Η μητέρα του θα αυτοκτονήσει το 1971 και ο γιος της εμπνέεται από τον θάνατό της το πεζό «Αμέριμνη Δυστυχία».

Στις δεκαετίες του 60 και του 70 ο Χάντκε καθιερώνεται ως ένας από τους αντάρτες στο γερμανόφωνο λογοτεχνικό στερέωμα. Το 1966 γίνεται πασίγνωστος μετά την επιτυχία του πρώτου θεατρικού του έργου με τίτλο «Βρίζοντας το κοινό» που ανεβάζει σε ένα θεατράκι της Φραγκφούρτης ο μετέπειτα διάσημος σκηνοθέτης Κλάους Πάιμαν. Η αμφισβήτηση των τετριμμένων γνωστικών σχημάτων για την πρόσληψη της πραγματικότητας είναι το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα της σκέψης και της πρόζας του Χάντκε. Όλα αυτά τα χρόνια αγωνίζεται να διαμορφώσει μια μοντέρνα «επική γραφή», μέσα από την οποία η πραγματικότητα αφήνεται να πει μόνη της το τραγούδι της χωρίς τα μαλάματα και τα φτιασίδια και τα γιατροσόφια των δικών μας στερεότυπων γι’ αυτήν.

Στα στερεότυπα αντιτάχθηκε ο Πέτερ Χάντκε και στην κατ’ εξοχήν πολιτική περίοδό του, τη δεκαετία του 90, όταν με μια σειρά κειμένων και ταξιδιωτικών σημειώσεων στηλίτευσε τις δυτικές επιλογές σε σχέση με τη διαλυόμενη Γιουγκοσλαβία. Ο Χάντκε προσπάθησε να δείξει ότι η απόλυτη ενοχοποίηση της μιας μόνο πλευράς σε έναν εμφύλιο και η εθελοτυφλία στις ευθύνες της άλλης είναι παραλογισμός και κατάφωρη αδικία. Αυτή η υπόμνηση ωστόσο εκλήφθηκε ως συμπόρευση με τη σερβική πλευρά σε μια περίοδο που η Δυτική Ευρώπη προετοιμαζόταν για τον κολασμό των ενόχων Σέρβων. Ο Χάντκε κηρύχθηκε τότε αποσυνάγωγος. Στο μεταξύ τα χρόνια πέρασαν και οι αντιδράσεις για την αντισυμβατική πολιτική του τοποθέτηση υποχώρησαν. Και τώρα ήρθε η ώρα για το Νομπέλ.

Πηγή: Deutsche Welle 

Σχετικές αναρτήσεις:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου