28 Απριλίου 2013

Επώνυμα: Προέλευση, εξέλιξη, σημασία.

 Επειδή το κύριο (βαπτιστικό) όνομα δεν επαρκούσε για την διάκριση των ατόμων, προέκυψε από τα πολύ παλιά χρόνια η ανάγκη αυτό να συνδέεται με ένα δεύτερο διακριτικό όνομα, το σύγχρονο επώνυμο (ή επίθετο). 

Ήδη από την Μυκηναϊκή Εποχή ως δεύτερο διακριτικό όνομα επικρατεί το πατρωνυμικό επίθετο (προερχόμενο από το όνομα του πατέρα). Έτσι ο Αχιλλεύς ονομάζεται Πηλείδης (από τον πατέρα του Πηλέα ) και Αιακίδης (από τον παππού του). Ανάλογα και ο Οδυσσεύς προσονομάζεται Λαερτιάδης, ο Αγαμέμνονας ονομάζεται Ατρείδης, κλπ.

Στην αρχαία Ελληνική (κλασική εποχή) τα πατρωνυμικά σχηματίζονται είτε απλούστερα με την γενική του ονόματος του πατέρα (Περικλής Ξανθίππου) είτε με διάφορα παραγωγικά επιθέματα που προσαρτώνται στο όνομα του πατέρα (Κρονίδης, Νεστορίδης, Πριαμίδης Κρονίων, Ασκληπιάδης, Λαερτιάδης κλπ.) ή του γενάρχη (Αιακίδαι, Αλκμαιωνίδαι.)

Το σύγχρονο ονοματολογικό σύστημα της Ευρώπης φαίνεται να ξεκίνησε από την Ιταλία στα μέσα του τον 16ου αιώνα και σίγουρα έχει τις πηγές του στο ρωμαϊκό και αρχαιο-ελληνικό σύστημα.

Γενικότερα τα σύγχρονα επώνυμα διακρίνονται σε: πατρωνυμικά (ή μητρωνυμικά), εθνικά (ή τοπικά), επαγγελματικά, παρωνύμια (παρατσούκλια) και ψευδώνυμα.

Πατρωνυμικά και μητρωνυμικά επώνυμα:

Στην νέα Ελληνική η πατρωνυμική σχέση εκφράστηκε αρχικά με την γενική του ονόματος του πατέρα, ύστερα από τον προσδιορισμό γιος ή κόρη, π.χ. ο Μιχάλης ο γιος του Μελέτη και έπειτα ο Μιχάλης του Μελέτη. Η πατρογονική γενική διαφυλάχτηκε σε ορισμένα επώνυμα (Γεώργιος Ιωάννου, Νικόλαος Αντωνίου), στα περισσότερα όμως που κράτησαν τον λαϊκό τους χαρακτήρα μετατράπηκε σε ονομαστική Αποστόλης (αντί Αποστόλου), Αργύρης, Λουκάς κλπ.

Ο κύριος όγκος όμως των πατρωνυμικών επωνύμων είναι ένα βαπτιστικό όνομα στο οποίο προστίθενται παραγωγικά επιθήματα (καταλήξεις), π.χ. από το βαπτιστικό όνομα Γεώργιος έχουμε τα επώνυμα: Γεωργάκης, Γεωργακάκης, Γεωργακόπουλος, Γεωργαλάς, Γεωργαράκης, Γεωργάς, Γεωργάτος, Γεωργάτσος, Γεωργέλης, Γεωργής, Γεωργιάδης, Γεωργιλάς, Γεωργίου, Γεωργιτσέας, Γεωργίτσης, κλπ.

Ορισμένα νεοελληνικά πατρωνυμικά βασίζονται σε βαπτιστικά ονόματα ξένων λαών με τους οποίους ήρθαμε σε επαφή. π.χ.: Τούρκικα (Μουράτογλου, Μουρατίδης), Αρβανίτικα: (Γκίνης = Γιάννης, Γκιόκας = Γιώργος), Βλάχικα: (Ζιάνας = Γιάννης, Μίσιος και Μίσιας = Μιχάλης, Σόκος = Θανάσης, Τσέλιος = Στέριος), Σλαβικά: (Κόλιας = Νικόλαος, Φίλτσος = Φίλιπος) κλπ.

Ανάλογη με τα πατρωνυμικά, αν και σε πολύ μικρότερη έκταση, ήταν η εμφάνιση και εξέλιξη των Μητρωνυμικών Ονομάτων, των επιθέτων δηλαδή που βασίζονται στο όνομα της μητέρας.

Εθνικά επώνυμα:

Τα ονόματα αυτά σχηματίζονται από ονόματα πόλεων, χωριών, γεωγραφικών περιοχών, χωρών, κλπ.

Ήδη από τα κλασσικούς χρόνους και αργότερα, μεγάλη είναι η χρήση των εθνικών ονομάτων, π.χ.: Εκαταίος ο Μιλήσιος, Απολλώνιος ο Τυανεύς, Κόιντος ο Σμυρναίος κλπ.

Στα βυζαντινά παρωνύμια που προϋποθέτουν εθνικό όνομα συγκαταλέγονται ανάμεσα σε άλλα και τα εξής: Αρμενιάκος, Βούλγαρος, Καππαδόκης, Φράγκος, Καλυβίτης (Καλύβη, πόλη της Μακεδονίας), Λιβανίτης (Λίβανα, πόλη της Συρίας), Κομνηνός (Κόμνη Ανδιανουπόλεως), Λεκαπηνός (Λέκαπα Καππαδοκίας), Γαβαλάς (Γάβαλα Συρίας),κλπ.

Τα νεοελληνικά εθνικά επώνυμα σχηματίζονται συνήθως με αρχαιοελληνικά η αρχαιότερης καταγωγής επιθήματα (καταλήξεις) και σπανιότερα με ξένα.

Οι πιο συνήθεις καταλήξεις τους είναι οι εξής:
-αίος: Κερκυραίος, Σιφναίος, Θηβαίος, Ναουσαίος, Λαρισαίος, Αθηναίος, Μυτιληναίος, κ.α. 
-ανός/ιανός: Αμοργιανός (Αμοργός), Καλαματιανός, Κουταλιανός (Κούταλη Προποντίδας), Σφακιανός, Ψαριανός κλπ.
-ηνός: Δραμηνός, Αδραμυττηνός, Ζακυνθινός κλπ. 
-ινός: Πατρινός, Παργινός, Ζακυνθινός, Καλαβρυτινός, Αραβαντινός (Αραβάντι), Καστρινός, Πυλαρινός (Πύλαρος Κεφαλονιάς) κλπ.
-ίτης: Βαλαωρίτης (Βελεώρα Ευρυτανίας), Δολιανίτης (Δολιανά), Πολίτης, Αργυροκαστρίτης κ.α. 
-αϊτης: (Μοραΐτης), Χρυσαϊτης (Χρυσό Παρνασίδος). 
-ιάτης: Κορφιάτης, Μανιάτης. 
-ιώτης/ώτης: Αγραφιώτης, Βαρβιτσιώτης (Βαρβίτσα Αρκαδίας), Γαρδικιώτης (Γαρδίκι), Τσιριγώτης, Καβαλιώτης, Ανδριώτης, Πυργιώτης, Ηπειρώτης, Φλωρινιώτης, Χιώτης κ.α. 

Βενετσιάνικα ή ιταλικά είναι τα επιθέματα "-άνος/-ιάνος" και "-έζος" π.χ.: Βενετσιάνος, Πρεβεζάνος, Σισιλιάνος, Γενοβέζος. Όμως Σλαβικό είναι το "-ιάνος" στα: Βοστιτσιάνος, Ζαβιτσ(ι)άνος και λατινικό στο Σακαριτσιάνος (Σακαρέτσι Βάλτου) κλπ.

Τούρκικο είναι το επίθεμα -λής /λης: Βελεστινλής, Κοκοσλής (Κοκόσι = Κιλκίς), Δράμαλης, Κόνιαλης (Κόνια = το Ικόνιο), Μπρούσαλης και Προύσαλης (Προύσα).

Ορισμένα από τα εθνικά πού προσδιορίζουν ξένους λαούς, που ήλθαν σε επαφή με τους Έλληνες, μπορεί να ήταν αρχικά παρωνύμια: Αλαμάνος (Αλαμανούς του Βυζαντίου, Γεφύρι της Αλαμάνας κλπ), Αμερικάνος, (Έλληνας μετανάστης από την Αμερική), Ατζέμης (Πέρσης), Βούλγαρος / Βούλγαρης (μεσαιωνικό Βούλγαρης = "βυρσοδέψης, επεξεργαστής ή πωλητής δέρματος" που δήλωσε και το έθνος των Βουλγάρων ως παραγωγών και εξαγωγέων δέρματος), Γερμανός (που σημαίνει και ξανθός), Εγγλέζος/Ιγγλέζης, Ζεϊμπέκος (τουρκικό φύλο στα περίχωρα της Σμύρνης), Καραγκούνης (κάτοικος του θεσσαλικού κάμπου), Καρακατσάνης,-ος (Σαρακατσάνος).

Εθνικό ως επώνυμο μπορεί να προκύψει με την προσθήκη ενός -ς σ’ ένα τοπωνύμιο, π.χ.: Αϊδίνης, Βαλαώρας, Γκούρας (Γκούρα Φθιώτιδος), Γρανίτσας (Γρανίτσα Ιωαννίνων) κλπ.

Επαγγελματικά επώνυμα:

Τα Επαγγελματικά ονόματα, δήλωναν αρχικά επάγγελμα ή αξίωμα, αλλά γρήγορα καθιερώθηκαν ως επώνυμα, καθώς διευκόλυναν τη διάκριση ατόμων με το ίδιο όνομα σε κλειστές ιδίως κοινωνίες. Εκφέρονται κανονικά στην ονομαστική (Αμπελάς, Αλευράς, Κανατάς, Γούναρης, Λαναράς) και σπάνια στη γενική (Ιατρού, Οικονόμου) κλπ.

Τα επαγγελματικά ονόματα εμφανίζονται ήδη από τα αρχαία χρόνια (Αιπολός, Βουκόλος, Ακέστωρ <ιατρός>, Ναυπηγός. Στα βυζαντινά χρόνια πολλαπλασιάζονται: Αμπελάς, Λαχανάς, Ζωναράς, Καμπανάρης, Γραμματικός, Παλαιολόγος (που ασχολείται με τα παλαιά).

Μια μεγάλη κατηγορία βυζαντινών επαγγελματικών ονομάτων περιλαμβάνει ονόματα κοσμικών και εκκλησιαστικών αξιωμάτων: Δομέστικος, Δούκας, Λογοθέτης, Νοταράς, Σχολάριος (σωματοφύλακας του αυτοκράτορα).

Αρκετά από τα βυζαντινά επαγγελματικά, που προσδιορίζουν εκκλησιαστικά αξιώματα, διατηρήθηκαν έως σήμερα, είτε ως αξιώματα είτε ως επώνυμα χάρη στην εκκλησιαστική παράδοση: Δομέστιχος, Έξαρχος, -άκος, -ίδης, -όπουλος, Ευταξίας (ο επί της ευταξίας της εκκλησίας).

Τα πιο συνηθισμένα παραγωγικά επιθήματα (καταλήξεις) για τον σχηματισμό των νεοελληνικών επαγγελματικών είναι τα -άρης (Αρκουδάρης, Γελαδάρης) και τα -ας (Ασβεστάς, Βαγενάς).

Από τα ξένα επαγγελματικά που πέρασαν στη γλώσσα μας, τα περισσότερα από έχουν τούρκικη καταγωγή (π.χ. Αλμπάνης).

Ορισμένα από τα επαγγελματικά τουρκικής προέλευσης δηλώνουν αξίωμα, π.χ.: Βεζίρης, Δερβέναγας, Ζαΐμης, Κεχαγιάς. Το παραγωγικό επίθημα των επαγγελματικών τουρκικής αρχής συνήθως είναι:
-τζής -τσής -ξής, (π.χ. Αλτιντζής / altinci, ο χρυσοχόος, Αμπατζής / abaci, ο ράπτης και πωλητής δερμάτων από αμπά). και 
-όγλου, π.χ. Πεσμαζόγλου (pestamalci: κατασκευαστής και πωλητής πετσετών μπάνιου). 

Από τα ξένα επιθέματα επαγγελμάτων, εκπροσωπούνται με περιορισμένα παραδείγματα τα ιταλικά –iere (Καροτσιέρης, Κασιέρης, Μπαρμπέρης κλπ) και -oro (Σπαγγαδόρος).

Παρωνύμια (παρατσούκλια): 

Αποτελούν το κύριο όγκο των επωνύμων και προέρχονται από χαρακτηρισμούς των παρονομαζομένων που βασίζονται σε σωματικές, πνευματικές, ηθικές και άλλες ιδιότητες. Ο Μ.Τριανταφυλλίδης χρησιμοποιεί τον όρο παρατσούκλι.

Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούν για το παρωνύμιο τον όρο επίθετον. Τα αρχαία παρωνύμια αναφέρονται σε σωματικές ιδιότητες (Γάστρων, Γνάθων, Δόναξ, Κεφάλων, Μέτωπος κλπ), σε ψυχικές ιδιότητες (Δέξιος, Μαργίτης, Βίαιος, Πράος κλπ), σε παρομοιώσεις με ζώα (Αμνός, Γρύλος, Δράκων, Ιέραξ, Μέλισσος κλπ) και φυτά (Άλατος, Καρδάμα, Κρόκος κλπ), στην ημέρα της γέννησης (Ανθεστήριος, Λήναιος, Πανιώνιος, Σωτήριος κλπ).

Στα βυζαντινά χρόνια και ιδιαίτερα από τον 9ον αιώνα και μετά δημιουργούνται πολλά παρωνύμια που χρησιμοποιούνται ως βυζαντινά και νεοελληνικά οικογενειακά ονόματα: Γρηγόριος ο Πτερωτός, Βάρδας ο Πλατυπόδης, Βασίλειος ο Πετεινός κλπ. Πολύ γνωστά βυζαντινά παρωνύμια είναι τα: Βαρβάτος, Μυστάκων, Μουρζουφλός.

Η κατάταξη των παρωνυμίων γίνεται με τα εξής κριτήρια:

α) Σωματικές ιδιότητες: Βεργής, Βραχνός, Ζερβός, Καμπούρης, Πατακός (Κρητικό: μικρόσωμος και άσχημος), Κριεζής (αρβανίτικο: μαυροκέφαλος), κλπ.

β) Ψυχικές, πνευματικές, ηθικές κλπ ιδιότητες: Αγέλαστος, Βιαστικός, Θλιμμένος, Κοιμήσης, Λεβέντης, Τεμπέλης, Κατεργαράκος, Νταής, Νυστάζος, Βώκος (ποντιακό: ηλίθιος), Άμαντος (Χίος: μαμμόθρεφτος), Γιαβάσης (από το τούρκικο yavas: αργός), Μπούρας (αρβανίτικο: γενναίος), κλπ.

γ) Παρομοιώσεις με ζώα: Αλεπουδέλης, Γάτος, Ζυγούρης, Λύκος, Ποντίκης, Τσάκαλος, Γκιόνης, Κίρκος, Ασλάνης -ιδης-ογλου (από το τούρκικο aslan: λιοντάρι), Μπίμπας (βλάχικο: πάπια), κλπ.

δ) Παρομοιώσεις με φυτά: Βλιτάς, Γαρούφαλος, Καρπουζάς, Πιπέρης, Ρεβίθης κλπ.

ε) Αντικείμενα καθημερινού βίου: Βελέντζας, Δακτυίδης, Κουλούρας, Λαγάνας, Ταγάρης κλπ.

στ) Καιρός και χρόνος: Βοριάς, Γρέκος, Σορόκος, Κατσιφάρας, Χιόνης κλπ.

ζ) Συγγένεια και ηλικία: Αφεντάκης, Εγγονόπουλος, Κανακάρης, Ορφανός, Παπούλιας, Πατέρας –άκης, κλπ.

η) Φράσεις (που συνήθιζε ο παρονομαζόμενος): Καλλιώρας, Καλώστος, Καληνύχτας, Σιαπέρας, κλπ.

Ψευδώνυμα :

Είναι τα «πλαστά» ονόματα που χρησιμοποιούν συχνά οι συγγραφείς, οι καλλιτέχνες, οι ηθοποιοί αλλά και οι κακοποιοί, για λόγους ψυχολογικούς, κοινωνικούς κλπ.

Είναι ονόματα που δεν τα επιβάλλουν τρίτοι, αλλά τα διαλέγουν από μόνοι τους.

π.χ. Το Οδυσσέας Ελύτης (νομπελίστας ποιητής μας) είναι φιλολογικό ψευδώνυμο του Οδυσσέα Αλεπουδέλλη.

Το Γεωργία Βασιλειάδου (γνωστή ηθοποιός) είναι επίσης ψευδώνυμο της Γεωργίας Αθανασίου. Ομοίως της Τζένη Καρέζη το πραγματικό όνομα ήταν Ευγενία Καρπούζη.


Καταγωγή με βάση την κατάληξη του Επωνύμου:

Όσον αφορά τις καταλήξεις των επωνύμων, αυτές συχνά είναι ενδεικτικές της καταγωγής. Έτσι έχουμε:

-ίδης: Πόντος – Αν. Θράκη (π.χ. Σημαιοφορίδης, Συμεωνίδης, Παυλίδης, Κωνσταντινίδης, Κοντογιαννίδης, Πετρίδης, Καλαϊτζίδης)

-άδης: Πόντος – Αν. Θράκη (π.χ. Γεωργιάδης, Ευθυμιάδης, Ιγνατιάδης, Φωτιάδης, )

-ούδης ή – ουδάς: Μακεδονία – Θράκη (π.χ. Λαμπρινούδης, Νικολούδης, Σπανούδης, Φραγκούδης, Ψαρούδας, Μαρούδας)

-όγλου: Μικρά Ασία – Πόντος (π.χ. Πεσμαζόγλου, Κουρατζόγλου, Ασλάνογλου, Ιορδάνογλου, Χορόζογλου, Καράογλου)

-άκης: Κρήτη (π.χ. Παπαδάκης, Σαββάκης, Κυρατσάκης, Σηφάκης)

-άκος: Μάνη Λακωνική (π.χ. Παντελάκος, Δημητράκος, Μαυροειδάκος, Γιατράκος)

-έας: Μάνη Μεσσηνιακή: (π.χ. Γεωργουλέας, Αρκουδέας, Χρηστέας, Χορταρέας)

-πουλος: Κυρίως στην Πελοπόννησο (π.χ. Νικολακόπουλος, Αβραμόπουλος, Ανδρικόπουλος, Χριστογιαννόπουλος)

-άτος: Κεφαλονιά (π.χ. Δημητράτος, Γιαννουλάτος, Γερολυμάτος, Ζησιμάτος)

-έλης: Μυτιλήνη, Αϊβαλί, Λήμνο, Ίμβρο (π.χ. Παπαδέλης, Χαμαλέλλης, Χωριατέλλης, Ξαφέλλης, Κοντέλλης, Γιαννέλης, Μαλέλης)

-ούσης: Χίος (π.χ. Χαλκούσης, Γεωργούσης, Γιαννούσης, Παϊδούσης)

-ούλης / -έλος: Βόλος, Μαγνησία, περιοχές Θεσσαλίας (Χριστέλος, Γαλανούλης, Αθανασούλης, Βεργούλης )

Επίσης Μανιάτικα επώνυμα είναι και όσα έχουν κατάληξη σε – όλιας (π.χ. Μπουρόλιας. Πετρόλιας, Μιχαλόλιας), σε –όδημας (π.χ. Γιαννακόδημας Χουλόδημας, Παπαδόδημας), σε όγγονας (π.χ. Παπαδόγγονας, Δημαρόγγονας, Λιακόγγονας) κλπ

_________________
Πηγές:
http://el.science.wikia.com/wiki 
http://www.elliniki-gnomi.eu 
http://www.mani.org.gr 
http://greek-lastnames.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου