14 Ιουνίου 2016

Στέλιος Ράμφος: Η ψυχογραφία του Λαϊκισμού και της Δημαγωγίας

Ο Στέλιος Ράμφος, στον Αρμό, αναλύει την ψυχογραφία τόσο της Δημαγωγίας όσο και του Λαϊκισμού, επισημαίνοντας τις διαφορές τους αλλά και τις επιπτώσεις τους στην κοινωνία όταν αυτά επικρατήσουν. O Στέλιος Ράμφος, που προβληματίζεται και προβληματίζει, αναφέρει* μεταξύ άλλων:
 
Περί δημαγωγίας 

Η δημαγωγία είναι μια πολιτική πρακτική κολακείας των μαζών και των παθών τους, ας πούμε του φθόνου τους, των αδυναμιών τους, κ.ο.κ. Ο σκοπός του δημαγωγού, εκείνου δηλαδή ο οποίος κολακεύει αυτές τις αδυναμίες των μαζών ή του πλήθους, είναι να κερδίσει και να εκμεταλλευτεί βεβαίως την εύνοια του πλήθους, με την έννοια μάλιστα των χαμηλοτέρων στρωμάτων... Ο δημαγωγός απευθύνεται σ' αυτό που θα λέγαμε το οχλικό στοιχείο της κοινωνίας, τον όχλο, και βεβαίως ένα στοιχείο της κοινωνίας που έχει δυναμισμό όταν κανείς το οδηγήσει και του εμπνεύσει μία προοπτική... Επομἐνως το πρώτο στοιχείο που μας ενδιαφέρει προκειμένου να μιλήσουμε για τη δημαγωγία και η πρώτη επισήμανση που πρέπει να κάνουμε, είναι η μετατροπή του οχλικού στοιχείου της κοινωνίας σε πλήθος ή μάζα... Είναι πολύ σημαντικό να κρατήσουμε τη σχέση δημαγωγίας και μάζας οπωσδήποτε διότι δεν είναι η ίδια η σχέση που υπάρχει στο λαϊκισμό...

Έχουμε λοιπόν τη μετατροπή του όχλου σε πλήθος, σε μάζα, δηλαδή σε μια πιο ενεργό δυναμική ας πούμε μορφή, όπου ενώ στον δημαγωγό έχουμε έναν άνθρωπο ο οποίος οδηγεί για ένα μικρό χρονικό διάστημα με κάποια συνθήματα προς ορισμένη κατεύθυνση τον όχλο, εδώ έχουμε μια ανάδυση, στην περίπτωση της σύγχρονης μάζας, στοιχείου συλλογικής ψυχής... Για αυτό τον λόγο όταν η μάζα σιγά -σιγά αρχίζει να ενώνεται και να συγκροτείται και να πατάει, η συνοχή και η συγκρότησή της σε μια ασύνειδη απωθημένη επιθυμία λίγο ως πολύ κοινή, το αποτέλεσμα της συγκροτήσεως σε μάζα των ανθρώπων είναι ότι κατ' αρχήν χάνουν τα άτομα την ιδιαιτερότητά τους. Μέσα στη μάζα δεν κρατάς τον ατομικό σου εαυτό... Ταυτοχρόνως αναπτύσσεται και τους κατέχει ένα αίσθημα παντοδυναμίας και ιστορικής κυριαρχίας. Αρχίζουν να ελευθερώνουν ορμές, επιθυμίες, τις οποίες όφειλαν να έχουν δαμάσει στην κοινωνική τους ζωή ως κανονικοί άνθρωποι, που περιλαμβάνουν, περικλείουν, τις αρνητικές δυνάμεις της ψυχής. Αρχίζει και απελευθερώνεται και αρνητικότητα στην κοινωνία...

Επιπλέον όπως παρατηρεί κι ο Λεμπόν κι ο Φρόυντ, η μάζα αυτή αρχίζει να γίνεται δεκτική μιας υπνωτικής υποβολής, εύκολα αρχίζει και μαγνητίζεται, εύκολα αρχίζει να υπνωτίζεται, όπου αυτή η υποβολή της μειώνει την συνείδηση και την επίγνωση των πράξεων, γίνεται κάτι δυναμικά έτσι εκρηκτικό, όπου από άτομα με κάποιο μέτρο που θα μπορούσαν να έχουν, καταντούν σ' αυτές τις περιπτώσεις, όπως λένε εδώ οι συγγραφείς, ορμικά όντα, αυτό που λέμε εμείς βάρβαροι. Ο βάρβαρος είναι ένας άνθρωπος που έχει αχαλίνωτη απελευθέρωση αυτών των ορμικών στοιχείων, και που σε συνθήκες κοινωνίας οφείλει και μπορεί να τα δαμάσει, να τα περιμαζέψει, να τα χαλιναγωγήσει κατά κάποιο τρόπο. Εννοείται επι πλέον ότι καθοδηγούμενη από το ασυνείδητο αυτή η μάζα γίνεται εύπιστη, δεν ενεργοποιεί την κρίση, εκδηλώνεται με έντονο παρορμητισμό η επιπολαιότητά της, όπου τελικά αυτά όλα συνδυάζονται και συνδέονται με απόλυτες βεβαιότητες. Απόλυτες επιπολαιότητες με απόλυτες βεβαιότητες μαζί, όπου τελικά το καθοδηγητικό στοιχείο είναι η μπαγκέτα του όποιου ενορχηστρωτή, και η μαγεία των λέξεων και των συνθημάτων. Εξ ου και το υπνωτικό στοιχείο με τη μαγεία των λέξεων, είναι πράγματα τα οποία συνδυάζονται πάρα πολύ καθαρά.

Η ουσία είναι ότι την επιθυμία της την καταλαβαίνει ως αλήθεια η μάζα, γι αυτό διψάει για παραμύθια, διψάει για μεγάλες κουβέντες με τις οποίες μάλιστα δένεται πάρα πολύ ισχυρά ψυχικά, πάρα πολύ έντονα και υπάκουα ταυτοχρόνως, διότι όλες αυτές οι απελευθερώσεις συνδυάζονται και με υπακοές μεγάλες, δηλαδή όλοι αυτοί που ανατρέπουν τα πάντα, υπακούουν και πολλές φορές με εντυπωσιακή δουλοπρέπεια, στις ίδιες τις λέξεις, οι οποίες τους μαγνητίζουν. Για την μάζα λοιπόν ισχύουν φαινόμενα τα οποία όπως λέει ο Φρόυντ θα μπορούσαν να ισχύσουν και για τη ζωή ενός απλού νευρωτικού ανθρώπου, και βεβαίως απλού νευρικού ανθρώπου, για τον οποίο ισχύει η ψυχική και όχι η αντικειμενική πραγματικότητα. Μιλάμε πάντα στο επίπεδο της μάζας.


Ένα τελευταίο για τη μάζα και τη δημαγωγία, γιατί στο επίπεδο της μάζας που συζητάμε τον παράγοντα τον αποφασιστικό τον παίζει ο δημαγωγός, τον παίζει εκείνος ο οποίος καθοδηγεί την μάζα. Ένα τελευταίο στοιχείο, το οποίο πρέπει να λάβουμε υπ όψιν μας, είναι οι συναισθηματικοί δεσμοί, οι οποίοι είναι πάρα πολύ σημαντικοί και για αυτό το λόγο στη μάζα είναι δυνατοί οι μηχανισμοί της ταυτίσεως. Ταυτίζονται οι άνθρωποι με τον αρχηγό πρώτα απ όλα και με υπολοίπους μετά πάρα πολύ εύκολα. Η ταύτιση είναι χαρακτηριστικό στοιχείο, και ακριβώς η ταύτιση είναι το στοιχείο εκείνο που εμποδίζει ή που διασκεδάζει τη δυναμική των επιλογών. Όποιος ταυτίζεται δεν επιλέγει, ταυτίζεται, αγαπάει, θαυμάζει, οτιδήποτε άλλο κάνει, αλλά δεν επιλέγει. Και πάλι βεβαίως η ταύτιση, η οποία δυσκολεύει την επιλογή, ή την αποκλείει, με τη σειρά της εξασθενίζει το διανοητικό στοιχείο στον άνθρωπο, αλλά του αναπτύσσει το αγελαίο. Αυτός που ταυτίζεται και δεν επιλέγει ενώνεται με τα ένστικτα που λέμε αγελαία, που σημαίνει δηλαδή ξανακάνει πίσω ηλικίες και πηγαίνει προς ηλικίες οι οποίες είναι ηλικίες μειωμένης έως ανύπαρκτης ατομικότητος. Αυτό θέλω να πω. Είναι κάτι το οποίο πρέπει να συγκρατήσει κανείς, μικραίνει, επιστρέφει σε προηγούμενα στάδια αναπτύξεως και μπορεί να γίνει η παιδί ή ακόμα χειρότερα άγριος.

Στο μέτρο που το μαζικό ιδανικό επικρατεί, το μαζικό ιδανικό εξουσιάζει το εγώ. Εξουσιάζει πλήρως το εγώ, και βεβαίως εκείνο το οποίο συναισθηματικά αναπτύσσεται και εκλύεται μέσα του όπως λέει κι ο Φρόυντ είναι ένα ανεπτυγμένο κοινωνικό άγχος, το οποίο γίνεται η πηγή της ηθικής του συνειδήσεως, δηλαδή μια ιδιαίτερης δικαιοσύνης, που έχει μια τέτοια επιθετικότητα η οποία δεν αφήνει τίποτα όρθιο, στο όνομα μιας δικαιοσύνης μπορεί να γίνουνε δραματικά πράγματα γιατί ακριβώς υπάρχει ένα στοιχείο κοινωνικού άγχους πάρα πολύ έντονο.

Αυτά για την πραγματικότητα που έχει να κάνει με δημαγωγίες και με μαζικά κινήματα και που όπως είπαμε εξ αρχής, θα πρέπει κάπως να την περιγράψουμε προκειμένου να μπούμε στο Λαϊκισμό, γιατί δεν είναι το ίδιο πράγμα. Πρέπει να διακρίνουμε με σαφήνεια τα δύο φαινόμενα, γιατί έχουν να κάνουν με διαφορετικές ηλικίες του ανθρώπου και με διαφορετικές ηλικίες της κοινωνίας του και των περιστάσεων μέσα στις οποίες ζει. Και επειδή εμείς ζούμε σήμερα σε μια περίσταση που ακούμε πολύ έντονα, γίνεται λόγος για λαϊκισμό, για όλα αυτά τα πράγματα, καλό είναι να έχουμε μια ιδέα για να ξέρουμε ακριβώς περι τίνος πρόκειται, πάντα βεβαίως, υπό την αίρεση ότι υπάρχει μια δόση ακριβείας σ' αυτά που λέω.

Περί Λαϊκισμού 

Ο λαϊκισμός δεν είναι φαινόμενο της ψυχολογίας των μαζών.
Δεν είναι φαινόμενο της ψυχολογίας του πλήθους. (Ακολουθούν κάποιες αναφορές του στο
 κλασικό βιβλίο "το μοναχικό πλήθος" του μεγάλου Αμερικανού κοινωνιολόγου, του David Riesman και στην "κοινωνία των μοναχικών ανθρώπων" και συνεχίζει). Η κοινωνία αποτελείται πια από ανθρώπους των οποίων η κοινωνικότητα συνδέεται και με την μοναχικότητά τους, που μπορεί να έχει στοιχεία μοναξιάς, αλλά δεν είναι υποχρεωτικό αυτό το στοιχείο. Υπ αυτήν την έννοια ενώ πριν μιλούσαμε για την δημαγωγία και είπαμε είναι στοιχείο της κοινωνίας των μαζών, τώρα αν θέλουμε να μιλήσουμε για λαϊκισμό πρέπει να τελειώνουμε, με τις μάζες. Πρέπει να πάμε στην κοινωνία των μοναχικών ανθρώπων.

Το μοναχικό λοιπόν πλήθος ανθεί, υπάρχει σε κοινωνίες τέτοιες όπως τις περιγράφει ο Riesman, κοινωνίες οι οποίες δεν έχουν τα παλιά μεγάλα ταξικά σχήματα, επομένως αν ισχύει αυτό, όλες οι κουβέντες για τάξεις είναι αέρας φρέσκος σήμερα. Μοναχικό λοιπόν πλήθος αναπτύσσεται και ανθίζει σε κοινωνίες όπου δεν κυριαρχούν, χωρίς να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν, οι υπαρκτές υλικές συγκρούσεις, αλλά οι ψυχικές συγκρούσεις των εξατομικευμένων ανθρώπων. Άρα αφετηρία είναι αυτή, οι κοινωνίες δηλαδή που κάθε τετράγωνο έχει από τρείς ψυχαναλυτές. 


Όχι ότι δεν υπάρχει ανεργία, ότι δεν υπάρχουνε ζόρια, δεν συζητείται αυτό το πράγμα, αλλά το στοιχείο, το πλαίσιο πια μέσα στο οποίο κατανοούνται και αντιμετωπίζονται αυτά τα προβλήματα είναι αυτό. Εξ ου ακριβώς και καμιά φορά παραξενευόμαστε υπό συνθήκες εξαιρετικά δύσκολες για τον κόσμο, δεν ξεσηκώνεται κανείς. Αυτό που σας παρουσιάζω είναι μια επιστημονική μορφή του ψεκασμού. Για ποιο λόγο δεν ξεσηκώνονται οι άνθρωποι, ενώ υπό άλλες συνθήκες θα καιγότανε το σύμπαν; Δηλαδή τι γίνεται όταν οι άνθρωποι μετέχουνε από τους καναπέδες τους στα προβλήματα; ... Τι σημαίνει λοιπόν το γεγονός ότι δεν ξεκολλάνε από τους καναπέδες;

Εκείνο το οποίο συμβαίνει πολύ χονδρικά κατά τη γνώμη μου είναι ότι στο πλαίσιο το διανοητικό της ζωής τους και των αντιδράσεων τους βαραίνουν πολύ, ενδεχομένως περισσότερο, οι ηθικές και εσωτερικές συγκρούσεις, οι οποίες απορροφούν την πραγματικότητα των υλικών δεινών τα οποία επέρχονται σε ώρες κρίσεως. 

Δεν το συζητούμε ότι υπάρχουν αυτά τα προβλήματα, αλλά πνευματικά, ψυχικά τις απορροφούν, και επειδή ακριβώς τις απορροφούν με τη σειρά τους απαιτούν κάποια καινούργια εργαλεία αναγνωρίσεως. Υπ αυτή την έννοια ο χειρότερος σύμβουλος σ αυτές τις περιπτώσεις, είναι να ανακατεύουμε το λαϊκισμό με τα μαζικά. Δεν θα βγάλουμε άκρη... Εκείνο όμως το οποίο είναι σημαντικότερο είναι το εξής: Ότι στην φαντασία του, η στην διάνοια του, ή στο σκεπτικό του ανθρώπου του καναπέ, ισχύει κάτι το οποίο τον ακινητοποιεί. Τι είναι εκείνο το οποίο τον ακινητοποιεί και του λέει α, εδώ θα καθίσουμε. Πολύ χονδρικά του λέει ότι καταλαβαίνει, επειδή το πρόβλημα του είναι τάξεως ηθικής κ.τ.λ, η απάντηση είναι άλλου τύπου. Αυτά τα λέω εγώ, μπαίνοντας στο μυαλό του, δεν τα σκέφτεται, αλλά τα διαισθάνεται. Θα πρέπει να είναι κανόνες πνευματικής τάξεως που χρειάζονται κι όχι φωνές στους δρόμους. Καινούργιοι κανόνες πνευματικής τάξεως, οι οποίοι λείπουν, κι έχει δημιουργηθεί ένα τεράστιο κενό... Μια ανάγκη κανόνων πια πνευματικής τάξεως, οι οποίοι κανόνες θα βάλουνε σε καινούργια τροχιά τα πράγματα. Το οποίο βεβαίως λείπει, και το οποίο λείπει και ως προβληματισμός κοινωνικός, διότι αν υπήρχε κοινωνικός προβληματισμός θα είχαμε και κάτι παραπάνω στα πολιτικά δρώμενα... Άρα λοιπόν με αυτό το μεγάλο κενό το οποίο μισοκαταλαβαίνουμε, μισοδιαισθανόμαστε, μισοψελλίζουμε, και τίποτα από όλα αυτά ταυτόχρονα, μπαίνουμε στην πραγματικότητα που μπορεί να λέγεται λαϊκισμός, και που είναι συνδεδεμένος πια όχι με την κοινωνία των μαζών, αλλά του μοναχικού πλήθους, που έχει τέτοια προβλήματα. Αυτή είναι η δική μου υπόθεση εργασίας από εκεί ξεκινάω. 

Με αυτό το κεκτημένο μπορούμε να ξανακάνουμε το δρόμο. Έχουμε τελειώσει με τις μάζες πια, είμαστε με τους μοναξιασμένους, που είναι όλοι πια, που είναι τα τεράστια ποσοστά της κοινωνίας, οι μοναχικοί άνθρωποι. Που πάνε στα γραφεία, που χτυπάνε κάρτες, γιατροί, όλοι αυτοί οι άνθρωποι, έτσι. 


Τι κάνει ο λαϊκιστής λοιπόν μεσ σ αυτή την κοινωνία του μοναχικού πλήθους; Το πρώτο πράγμα που κάνει είναι ότι προσφέρει εαυτό, δίνει εαυτό, δηλαδή στους ανθρώπους οι οποίοι κάθονται στους καναπέδες τους, κάπου δηλαδή ψυχικά σταθεροποιεί ας πούμε και διαμορφώνει συντελεστές μιας υποτυπώδους ενότητος, να το πούμε έτσι. Δηλαδή τι κάνει σ ένα περαιτέρω βήμα. Αυτό το άτομο του καναπέ το μετατρέπει σ ένα είδος υποκειμένου, κοιτάει απέναντι, κοιτάει και μέσα του, τι χρειάζεται, πως το σκέφτεται ο ίδιος ενδεχομένως, και βεβαίως του κατευθύνει και το πάθος, το οποίο είναι μετέωρο ή ανενεργό. Το πάθος στον καναπέ, που δεν έχει να πάει πουθενά. 

Πως το κάνει αυτό; Αυτό το κάνει με βάση κάτι τι το οποίο έχουν επισημάνει οι θεωρητικοί του λαϊκισμού, και που είναι ότι του δίνει εχθρό. Αυτός είναι το μνημόνιο αυτός, αυτός είναι ο Σόιμπλε, αυτός είναι η Δεξιά, αυτός είναι δεν ξέρω ποιος άλλος. Του δίνει εχθρό, τον ενεργοποιεί εσωτερικά και η εαυτότητά του αρχίζει να δομείται, γιατί αποκτά κατεύθυνση. Δηλαδή του διαμορφώνει πια ένα πεδίον δράσεως το οποίο δεν είναι και πάλι οι δρόμοι, είναι εκείνο των συμβόλων του ασυνειδήτου. Γιατί αποκτούν πια όλοι αυτοί οι εχθροί συμβολικό περιεχόμενο και μπορεί πλέον να βγαίνει από τον εαυτό του σε επίπεδο συμβολικό, και να κρατιέται μέσα του επίσης. Εξου και στο λαϊκισμό η συμβολική πραγματικότης είναι πολύ πιο ισχυρή από οποιαδήποτε άλλη πραγματικότητα. Μην ξεχνάμε την αστεία ιστορία που έγινε ολόκληρη κατασκευή ας πούμε πολιτικοοικονομική, ώστε η Τρόικα να λέγεται Θεσμοί, τα μνημόνια να λέγοντα συμφωνίες, ή δεν ξέρω τέτοια πράγματα, ώστε το συμβολικό σημείο, η αλλαγή των λέξεων, να λειτουργήσει και ανακουφιστικά για τους ανθρώπους που είχανε δεθεί ψυχικά με ορισμένες λέξεις. 

Όμως ακριβώς η δημιουργία ταυτότητος και εαυτού όπως λέγαμε πριν με τον προσδιορισμό του εχθρού- γιατί σου λέω, σου δίνω αυτό, και σου λέω πως έχεις εσύ αυτό, γιατί αυτός είναι ο εχθρός, αυτός είναι ο κακός, ας πούμε, «Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά», αυτός είναι ο κακός-επέρχεται διαχωρισμός εαυτού και εχθρού. Με τη δημιουργία λοιπόν εαυτού μέσω του εχθρού υπάρχει και μία συνέπεια όπου, απ όσο μπορώ εγώ να γνωρίζω, η οποία είναι κρίσιμη και νομίζω χρειάζεται να αναλυθεί. 

Δηλαδή ενώ στη συνθήκη της μάζας και της δημαγωγικής ας πούμε πολιτικής, το έλλογο όπως λέγαμε πριν, εξασθενεί υπέρ του αγελαίου, και μάλιστα με τάση αυτή την υπνωτιστική υποβολή, η οποία ενδιαφέρει πάρα πολύ, στο κλίμα του λαϊκισμού το πράγμα παίρνει μια τροπή διαφορετική, δηλαδή οι άνθρωποι στα πλαίσια και στην ατμόσφαιρα αυτού του κλίματος, λειτουργούν με έναν πολύ ιδιαίτερο και καθοριστικό τρόπο. Ποιός είναι αυτός; Από τη στιγμή που σου λέω, εσύ είσαι, επειδή είναι ο εχθρός σου αυτός, οι άνθρωποι τραβάνε μια διαχωριστική γραμμή, απόλυτη, μεταξύ τους και του εχθρού. 

Έχει πολύ μεγάλη σημασία αυτό να το συγκρατήσουμε. Τραβούν λοιπόν μία διαχωριστική γραμμή στην οποία πέφτουν όλοι βεβαίως, τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, το κάνουν οι τηλεοράσεις, τα ραδιόφωνα, οι εφημερίδες, ο πολιτικός λόγος, όλα αυτά τείνουν σ αυτό ακριβώς το πράγμα, να τραβηχτεί απόλυτα αυτή η διαχωριστική μεταξύ των ιδίων, και του εχθρού, και με αυτό τον τρόπο, κάνουν κάτι το οποίο μπορεί εύκολα και να αναγνωρίσει, και να περιγράψει, ένας ψυχολόγος, ένας ψυχαναλυτής, η δεν ξέρω τι.

Δηλαδή προχωρούν σε μια βίαιη αποβολή των στοιχείων αυτού του εξωτερικού εχθρού, τα οποία τους θίγουν ενδεχομένως. Ποια είναι τα στοιχεία του εξωτερικού εχθρού τα οποία τους θίγουν; Τα μνημόνια. 

Κάνουμε δηλαδή εμετό τα μνημόνια, και αυτό το πράγμα είναι τόσο ισχυρό, ώστε ο εμετός μπορεί να κρατήσει πολλές φορές, δηλαδή: Ευρωεκλογές, Εκλογές, Δημοψήφισμα, Εκλογές Σεπτεμβρίου, είναι τέσσερεις φορές εμετός του κακού, ανεξαρτήτως του τι έχει προηγηθεί. Ανεξαρτήτως της τρέλας ας πούμε του Ιουλίου, που έναν λογικό άνθρωπο θα τον είχε οδηγήσει σε άλλα αποτελέσματα και συμπεράσματα. Αυτό το στοιχείο είναι έτσι αποφασιστικό, και αυτός ακριβώς ο εμετός έχει έναν σκοπό ασυνείδητο.

Πάλι μιλάω πια ας πούμε με όρους της ψυχολογίας. Ποιος είναι ο ασυνείδητος σκοπός αυτής της αντιδράσεως, αυτής της βίαιης αποβολής ας πούμε; 

Ο ασύνειδος σκοπός είναι η απόλυτη ρήξη με τον κακό κόσμο, με τους ξένους, με την Τρόικα, με τα μνημόνια, με όλα αυτά τα πράγματα. Άρα εκεί που το κακό με αυτή τη μορφή εσωτερικεύεται το κάνουμε εμετό. Το κάνουμε εμετό ακριβώς για να μπορέσουμε να καθαρίσουμε από μέσα μας και με αυτό τον τρόπο να συνέλθουμε. Δηλαδή σ αυτή την περίπτωση που θα δούμε αργότερα τι αρχετυπικές αναφορές έχει, το καλό καταλαμβάνει προστατευτικά τον πάσχοντα λαό ας πούμε, τον βοηθεί να αντιμετωπίσει την έξωθεν επίδραση του κακού επάνω του, και με την έννοα αυτή έχουμε σε επίπεδο πλέον συμβολικό την επανάληψη ορισμένων πραγμάτων που κρατάνε επι αιώνες τις κοινωνίες.

Με δύο κινήσεις. 
Η μία ενδεχομένως είναι η κίνηση του αρχετύπου του εξορκιστή, που επι αιώνες και σχεδόν και σήμερα υπάρχει. Αυτός που εξορκίζει, ο παππάς, που ξορκίζει ας πούμε το κακό, εννοώ σε επίπεδο ασύνειδο, όχι σε επίπεδο συνειδητό. Όπου το κακό έχει εισέλθει στην ψυχή, και στον κόσμο του ανθρώπου, εις βάρος του σώματος του Θεού, της Θείας μεταλήψεως. Το στοιχείο που μεταλαμβάνει κάθε Κυριακή, είναι το στοιχείο εκείνο το καλό, που διώχνει το κακό. Είναι ένα αρχετυπικό σχήμα βαθύτατο και ισχυρότατο, αυτό το σχήμα λοιπόν παίζοντας στις ψυχές και διασταυρούμενο στις ασύνειδες συνθήκες της ψυχής ανθρώπων με τέτοιους κραδασμούς, και τέτοιες εσωτερικές πιέσεις, επαναλαμβάνει το αρχαίο στοιχείο, και το επαναλαμβάνει με έναν τρόπο σύγχρονο, αλλά με ψυχικά δεδομένα, χαρακτηριστικά τα ίδια. 

Αυτό το στοιχείο λοιπόν, αυτή δηλαδή η βίαιη αποβολή, και διάκρισή μου, από τον εξωτερικό κόσμο, με τρόπο απόλυτο, είναι η βάση της παράνοιας. Όταν λέμε παράνοια δεν εννοούμε πια σε κοινωνικά επίπεδα πλέον, αλλά σε συλλογικά, ας πούμε ο Μεσαίωνας ήταν εποχή παρανοίας συλλογικής, φαινόμενα όπως ξέρω γω το Τρίτο Ράιχ, ήτανε φαινόμενα συλλογικής παρανοίας, η Σοβιετική ένωση και αυτά, ήτανε φαινόμενα τέτοια. Δηλαδή δεν έχει να κάνει με ανθρώπους οι οποίοι είναι για τα σίδερα, έχει να κάνει με ανθρώπους που είναι σαν και εμάς, και που ξαφνικά η εσωτερική τους ζωή μπορεί να διαμορφώσει ψυχικούς πόλους τέτοιους, οι οποίοι να δώσουνε χώρο στο φανταστικό, τόσο πολύ χώρο ώστε να δημιουργεί συμπεριφορές αυτού του τύπου. 

Δεν σημαίνει δηλαδή όταν λέμε παράνοια και σχιζοπαράνοια ότι πρόκειται ας πούμε για ανθρώπους του Δρομοκαΐτείου. Εκεί δεν υπάρχει τίποτε, εκεί είναι αυτά τα οποία ξέρουμε... 

Επομένως λοιπόν εδώ έχουμε το στοιχείο της βιαίας αποβολής του κακού, με αντιστοίχως καλά που έρχονται, του στυλ: 13η σύνταξη, και δεν ξέρω τι άλλα, που επίκεινται ας πούμε, και όπου αποτελούν την θεμελιώδη δομή αυτού του στοιχείου, βασικό μηχανισμό της παρανοίας. Και βεβαίως από εκεί και πέρα, μας επιτρέπει να καταλάβουμε, ότι στην απολυτοποίηση του εμείς, και εκείνοι, αρχίζει και παίζεται ένα παιχνίδι μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητος, το οποίο είναι άγνωστο που μπορεί να καταλήξει. Και που αν καταλήξει τελικά σε μια πλήρη αδιακρισία μεταξύ φαινομένων και πραγματικότητος, πάμε σε μια καθαρά παρανοϊκή απραξία, γιατί ο άνθρωπος που έχει στοιχεία τέτοιας παρανοϊκής συμπεριφοράς, με την έννοια που το λέω δηλαδή, είναι πολύ επιρρεπής, παραλύει εύκολα. 

Το λέω αυτό για να διαβάζουμε έναν ολόκληρο ρυθμό κοινωνικού βίου, που ξεδιπλώνεται εδώ και δεκαετίες ας πούμε στην κοινωνία μας, και που αξίζει τον κόπο σιγά σιγά να τον κατανοήσουμε για να δούμε τι μπορεί να γίνει, πως μπορούμε να τον καταλάβουμε καλύτερα. Είναι λοιπόν πάρα πολύ απλό και καθαρό να πούμε ότι αυτή η βίαιη αποβολή του κακού, ως βασικός μηχανισμός παρανοίας, είναι ο θεμελιώδης τρόπος του Παπανδρεϊκού και του Συριζαϊκού λαϊκισμού. Αυτός είναι ο τρόπος. Αυτή είναι η πρακτική. Είμαι βέβαιος ότι δεν το ξέρει κανείς να το αναλύσει, αλλά υπάρχει μια πρακτική η οποία βασίζεται σ αυτή την πόλωση, κι από εκεί και πέρα με όλα τα παρεπόμενα, με απραξίες, με όλα αυτά οποία ξέρουμε ας πούμε, και κυρίως με μια και μόνη επιθυμία, να μην διαψευστεί αυτό το πράγμα, που σημαίνει να μείνω στην εξουσία για πάντα. Για να γίνει μονίμως πραγματικότητα η παράνοια. 

Έχει μεγάλη σημασία να καταλάβουμε τον ψυχικό μηχανισμό, την ψυχική απαίτηση αυτού του προβλήματος, όχι να το δούμε ως απλό, μπερμπαντιές ας πούμε ανθρώπων με κακοήθεια, απλώς ανθρώπων διπολικών πολλές φορές, η αποτυχημένων ψυχικά, οι οποίοι έχουν μια ανάγκη από διαφορετική αποκατάσταση, στην ψυχική και την κοινωνική τους ζωή. 

Έχει σημασία να πούμε εν προκειμένω ότι το αντίδοτο, η έγνοια σε μια τέτοια συνθήκη, την ώρα δηλαδή που οι συγκρούσεις των ανθρώπων σε μία κοινωνία που αρχίζει να εξατομικεύεται γύρω στα μέσα του 60, οδηγούνται σε τέτοια αδιέξοδα επειδή η εξατομίκευση κατανοείται νοσηρά, ως μόνο δικαιώματα, καμία υποχρέωση ας πούμε, κλείνω τους δρόμους αδιαφορώ τι θα γίνει με οτιδήποτε άλλο κ.τ.λ., εκεί ακριβώς πια, η πνευματική, η πολιτική, η επιστημονική ηγεσία του τόπου, πρέπει να σκεφθεί ένα πράγμα το οποίο είναι κλειδί.

Την ώρα λοιπόν που υπάρχει αυτό το πλαίσιο, αυτή η βάση η κοινωνική, χρειάζονται κατεπειγόντως νέου τύπου πνευματικοί κανόνες, νέου τύπου κανόνες πνευματικής τάξεως, δηλαδή κανόνες ευθύνης. Εάν δηλαδή ένα κόμμα θέλει να πει προτείνω εναλλακτική λύση, θα πει μόνο κανόνες ευθύνης. Οι κανόνες είναι η θεραπευτική της παράνοιας. 

Τι δεν μπορεί ένας παρανοϊκός; Να βάλει προτεραιότητες και κανόνες. Δεν είναι κακός άνθρωπος, δεν μπορεί να το κάνει, δυσκολεύεται. Αυτό χρειάζεται, κανόνες. Οι κανόνες είναι εκείνοι μέσα στους οποίους μια καλύτερη σχέση με τον εαυτό των ανθρώπων μπορεί να επέλθει. Κανόνες με βάση και με θεμέλιο την ηθική ευθύνη, δηλαδή όχι εγώ με εμένα, εγώ με τον άλλον. Εγώ με τον άλλον, τι του χρωστάω του άλλου. Έχει πολλή μεγάλη σημασία να το καταλάβουμε αυτό. 

Εκεί λοιπόν ακριβώς που χρειάζεται αυτό το στοιχείο, τι κάνει ο Λαϊκισμός; Πάση θυσία ενισχύει το μη κανονικό στοιχείο. Ενισχύει την απόλυτη αυθαιρεσία, το ακανόνιστο, γιατί δεν μπορεί να λειτουργήσει και αλλιώς.

Να προσέχετε κάθε μέρα, θα βλέπετε στοιχεία μη κανονικότητος, όπου το κύριο χαρακτηριστικό, δεν είναι ότι εισάγω κακούς κανόνες, είναι ότι δίνω προβάδισμα στην επιθετικότητα, η επιθετικότητα καταστρέφει τους κανόνες. Το μυστικό δηλαδή του πολλαπλασιασμού της παρανοίας, είναι η πολωτική επιθετικότητα. Και μάλιστα η ενοχική επιθετικότητα. 

Έχει μεγάλη σημασία να καταλάβουμε ότι το μυστικό σ αυτές τις ιστορίες είναι αυτής της τάξεως και επομένως με μέσον αυτή την πολωτική και πολική ας πούμε συνθήκη που διαμορφώνεται τί έχουμε; Έχουμε αυτό που λέγαμε και προηγουμένως, έχουμε μια συστηματική επιστροφή του ανθρώπου σε χρονολογικώς προηγούμενες καταστάσεις ανωριμότητος. 

Όσο πιο πολύ παιδιά γινόμαστε τόσο δεν χρειαζόμαστε κανόνες. Άρα έχουμε ένα μηχανισμό παλιμπαιδισμού που εκ των πραγμάτων δεν υποφέρει το κανονικό σύστημα, εξου και εδώ πέρα μπορούμε να διαβάσουμε και το βάθος μιας προϊούσης παρακμής. Το βάθος της προϊούσης παρακμής μέσα στην οποία παραδέρνει αυτή την στιγμή η κοινωνία μας έχει να κάνει ακριβώς με αυτό το στοιχείο. 

Οτιδήποτε και να γίνει όλα τα τρισεκατομμύρια του κόσμου να πάρουμε αν δεν υπάρχουνε κανόνες θα τα φάμε όλα. Θα ξανακάνουμε τα ίδια και όλα αυτά τα πράγματα. Δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει κάτι διαφορετικό. Γιατί η διαχείρησή των κεφαλαίων θέλει τάξη πνευματική, ψυχική, δεν μπορεί να γίνει αλλιώς. 

Επομένως το πρόβλημα μας αυτή τη στιγμή είναι οι κανόνες, οι προτεραιότητες, η τάξη η εσωτερική, και μια άλλη μορφή αντιμετώπισης και κατανόησης του συστήματος, εντός του οποίου υπάρχουμε. 

Δεν υπάρχει άλλος δρόμος δεν πα να μας δώσουνε 15, 20 δισεκατομμύρια, τίποτα δεν θα γίνει, όπως φύγανε τα 86 δίς τότε, θα ξαναφύγουν και τα υπόλοιπα τώρα. Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι τελικά αυτό το στοιχείο το κανονικό που ζητάμε, συνδέεται με την ανάληψη της δικής μας ευθύνης. Σκεφθείτε με τι αλλεργία αντιμετωπίστηκε η πολύ σωστή φράση μαζί τα φάγαμε. 

Κανείς δεν δέχτηκε να σκεφθεί αυτή την πραγματικότητα, όλοι με αλλεργία μετά βδελυγμίας, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ευθύνες είναι διαφορετικές στο φαγοπότι, δεν το συζητάμε αυτό, αλλά ότι μαζί τα φάγαμε, είναι αλήθεια μεγάλη, όχι ως γεγονός, αλλά (ως έκφραση), που ζητάει εσύ να αναλάβεις την ευθύνη σου, για αυτό που έγινε. Την οποιαδήποτε, τη μικρή, ο άλλος έχει γιγαντιαία, τη μικρή όμως να την αναλάβεις, γιατί τότε θα αλλάξει, όταν αναλαμβάνουμε ευθύνη τελειώνει η παράνοια, έχει μεγάλη σημασία αυτό να μπορεί να το καταλάβει κανείς. 
Και βεβαίως αρχίζει μια αυτοσυνείδηση πλέον, αρχίζει μια θετικότερη προοπτική, και κυρίως η κοινωνία δεν ζει στο ρυθμό της αχαλίνωτης επιθετικότητος.

Και για να καταλήξω, που οδηγεί αυτό που είπα ενοχλητικά σχιζοπαρανοϊκή κατάσταση, ποια είναι η πραγματικότητά της, η κοινωνική, η απτή που ισχύει για όλους μας; Για να το πούμε πιο απλά και να μην νιώθουμε βεβαρημένοι ότι δεν αποκλείεται να μας στείλουν στο Δρομοκαΐτειο.

Η κοινωνική πραγματικότητα η άμεση κοινωνική πραγματικότητα η οποία εκφράζει τον πολλαπλασιασμό ή την ένταση της επιθετικότητος, εκφράζεται κοινωνικά με ένα πράγμα, με μια συνθήκη, πoια; Την γενικευμένη δυσπιστία. Η κοινωνία της δυσπιστίας είναι πάντα παρανοϊκή. Το στοιχείο της δυσπιστίας είναι το στοιχείο του απόλυτου χωρισμού, του εγώ από το άλλο.

Είναι πολύ ενδιαφέρον σήμερα να ξέρουμε ακριβώς ότι η δυσπιστία είναι η μεταμφίεση της ενοχικής παράνοιας, που αποθαρρύνει ακριβώς το συνεκτικό ιστό της κοινωνίας, ποιόν; την εμπιστοσύνη.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ζούμε σε μία κοινωνία με χαρακτηριστικές εκφράσεις δυσπιστίας: Πρώτον, CAPITAL CONTROLS, αν μπορείς άνοιξέ τα να δεις πόσα θα μείνουν μεσ στις τράπεζες, γιατί είναι κλειστά; γιατί υπάρχει δυσπιστία, θα πάρουν όλοι τα λεφτά τους από κει μέσα.

Τι άλλο είναι χαρακτηριστικό μιας κοινωνίας δυσπιστίας; Το ψέμα. Το ψέμα δεν είναι απλώς κακή συνήθεια, ενός ανθρώπου η πολλών, που λένε ψεματάκια. Στην κοινωνία της δυσπιστίας, είναι φυσικός ρυθμός το ψέμα. Είναι ένας τρόπος να μεταμφιεσθεί η κατάσταση σε κάτι άλλο το οποίο δεν γίνεται, άλλα το ψέμα πολλαπλασιάζεται ατελείωτα, εξελίσσεται σε αυταπάτη, και όλα αυτά τα πράγματα.

Άρα για να καταλήξω, ο πυρήνας αυτού του παρακμιακού λαϊκισμού τον οποίο ζούμε, και του οποίου παρακμιακού στοιχείου η υψίστη έκφραση αυτή πια η υπογεννητικότητα, η οποία σε μερικές δεκαετίες θα μεταβάλει τα 11.000.000 σε 7.000.000, δείχνει άρνηση πια για τη δική σου επιβίωση, την δική σου ας πούμε στερεότητα μέσα στον χρόνο. Αυτά δείχνουν όλα ότι είναι απολύτως αναγκαίο να συνειδητοποιήσουν ότι χωρίς κανόνες ευθύνης όχι μόνον ανάπτυξη δεν μπορεί να γίνει αλλά δεν μπορεί να υπάρξει μέλλον και θεραπεία του προβλήματος. 

* Πηγή: https://steliosramfosgr.wordpress.com

1 σχόλιο:

  1. Είναι ένας από τους λίγους σοφούς που έχουν απομείνει σε αυτή τη χώρα ο Στέλιος Ράμφος. Καλό είναι να μελετώνται με προσοχή όσα λέει και να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή